Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Τετάρτη 4 Μαρτίου 2015

Τζουζέπε Βέρντι: Ο μουσουργός που ξεσήκωσε μια ολόκληρη χώρα!

Ω πατρίδα, τόσο όμορφη και χαμένη!Αποτέλεσμα εικόνας για βέρντι ναμπούκο
Ω ανάμνηση τόσο αγαπητή
              και κατάφορτη με απελπισία



Οι στίχοι αυτοί απ το "Ναμπούκο" ξεσήκωσαν μια ολόκληρη χώρα, "μίλησαν" στην καρδιά ενός ολόκληρου λαού που ταυτίστηκε με τους καταπιεσμένους Εβραίους, αντικατοπτρίζοντας τη δική του συναισθηματική και πραγματική κατάσταση από την αυστριακή κατοχή. 
Το 1842, η Σκάλα πλημμυρίζει από τη μουσική και τους στίχους του Ναμπούκο ένα έργο στο οποίο ο Βέρντι οφείλει πραγματικά την καθιέρωσή του ως κορυφαίος μουσουργός.
Η πορεία του μέχρι εκείνη τη στιγμή ήταν γεμάτη ανατροπές, αλλά χάρη στην υποστήριξη ενός φιλόμουσου εμπόρου και στην ισχυρή του θέληση καταξιώθηκε ως ο μεγαλύτερος μουσικός συνθέτης όπερας του 19ου αιώνα.
Ο Τζουζέπε Βέρντι καταγόταν από μια φτωχή οικογένεια της Ιταλίας. Μεγάλωσε στη μικρή επαρχιακή πόλη Μπουσέτο, μέσα στη φτώχεια, σε συνθήκες δηλαδή που δεν προμήνυαν πως θα εξελισσόταν σε κορυφαία μουσική φυσιογνωμία. Ο φιλόμουσος και εύπορος έμπορος Μπαρέτσι, γοητευμένος από το ταλέντο και την ιδιοφυία του νεαρού Βέρντι, αναλαμβάνει τις δαπάνες για τις σπουδές του και στέκεται στο πλευρό του μέχρι το τέλος της ζωής του.
Αποτέλεσμα εικόνας για βέρντι ναμπούκο


Ο νεαρός Βέρντι ολοκληρώνοντας τις σπουδές του στο Μιλάνο, επιστρέφει στο Μπουσέτο και αναλαμβάνει τη θέση του μουσικού διευθυντή της πόλης. Τότε ερωτεύεται και παντρεύεται την κόρη του μαικήνα του, τη Μαργαρίτα, χωρίς κανένα πρόβλημα, αφού ο Μπαρέτσι σε αντίθεση με τα ήθη της εποχής, δέχεται για γαμπρό του το νεαρό φτωχό μουσικό. Τρία χρόνια αργότερα ανεβαίνει στη Σκάλα μια σύνθεσή του για όπερα, η οποία σημειώνει μεγάλη επιτυχία, γεγονός που του εξασφαλίζει νέες παραγγελίες για συνθέσεις. Η ανοδική του πορεία διακόπτεται απότομα όταν χάνει και το δεύτερο παιδί του και λίγο αργότερα και τη γυναίκα του. Αποφασίζει τότε , σε κατάσταση ψυχικής πίεσης, να εγκαταλείψει για πάντα τη σύνθεση. Τελικά, μετά από έντονες αμφιταλαντεύσεις και εσωτερική κρίση, δέχτηκε την πρόταση του διευθυντή της Σκάλας να συνθέσει το "Ναμπούκο ή Ναβουχοδονόσωρ", έργο το οποίο αφ' ενός έφερε το δημιουργό του στην κορυφή της επιτυχίας, απογειώνοντας τη μετέπειτα πορεία του και αφ' ετέρου έδωσε στο λαό της Ιταλίας την ευκαιρία να εκφράσει την αντίδρασή του στην αυστριακή κατοχή. 
Η Ιταλία, όταν γεννήθηκε ο Βέρντι, το 1813, βρισκόταν ήδη υπό αυστριακή κατοχή. 


Την περίοδο που γράφτηκε ο Ναμπούκο το πατριωτικό εθνικιστικό κόμμα Ριζορτζιμέντο (Αναγέννηση), το οποίο ιδρύθηκε το 1820 από τους Καρμπονάρους, εμπνευσμένο από τη Γαλλική Επανάσταση και τα ιδεώδη της για ελευθερία, ισότητα, εθνικό κράτος και κυρίαρχο λαό, ζητούσε την απελευθέρωση της Ιταλίας από την Αυστρία, το σχηματισμό της σε έθνος και την εδραίωση ενός ενωμένου βασιλείου υπό τον Οίκο των Σαβόϋ. Στον αγώνα αυτό συμμετείχε ο Βέρντι από τα νεανικά του χρόνια, τόσο ως μέλος του κόμματος, αλλά και ως μουσουργός, επιλέγοντας τις ιστορίες για τις πρώτες του όπερες, Ναμπούκο , Ερνάνης, Ζαν ντ’Άρκ, Αττίλας, οι ληστές και η Μάχη του Λενιάνο, ως έκφραση πατριωτισμού. Αν και εξαιτίας της λογοκρισίας από τους Αυστριακούς, μεταφέρει τα μηνύματά του αλληγορικά, οι όπερές του έμοιαζαν με ιαχές που ωθούσαν τους Ιταλούς να απελευθερωθούν. Το χορωδιακό μέρος των Ιουδαίων αιχμαλώτων, "Va pensiero",άγγιξε τον πατριωτισμό των Ιταλών, αφού στην πραγματικότητα εξέφραζε συγκαλυμμένα την επιθυμία για μια Ιταλία ενωμένη και ελεύθερη.

Μετά την τεράστια επιτυχία του Ναμπούκο, το "Va pensiero" έγινε ο ύμνος του Ριζορτζιμέντο. Οι Ιταλοί το τραγουδούσαν στους δρόμους, γράφοντας στους τοίχους το σύνθημα VIVA VERDI. Ο Βέρντι και η μουσική του μιλούσαν εξ ονόματος ολόκληρου του έθνους.
Περίπου 20 χρόνια αργότερα από την πρώτη εκείνη εκτέλεση του Ναμπούκο, το 1861, η Ιταλία ενοποιήθηκε και έγινε ανεξάρτητο κράτος. Ο Βέρντι εκλέχθηκε στο ιταλικό κοινοβούλιο στο οποίο παρέμεινε μέλος μέχρι και το 1865 οπότε και παραιτήθηκε.

Ζαν Φρανσουά Μιγέ, "Οι σταχομαζώχτρες", 1857.


Η προσπάθεια πιστής απόδοσης της πραγματικότητας, το ενδιαφέρον του καλλιτέχνη για τη ζωή των απλών καθημερινών ανθρώπων, για το αληθινό και όχι για το ωραίο αποτυπώνεται σε αυτό τον πίνακα του Μιγέ. 


Χωρίς συναισθηματισμούς και εξιδανικεύσεις ο καλλιτέχνης απεικονίζει τη δραστηριότητα του μαζέματος των υπολειμμάτων μιας μεγάλης σοδειάς σιταριού από τρεις απλές γυναίκες της κατώτερης κοινωνικής τάξης, τρεις γυναίκες του καθημερινού μόχθου και της δύσκολης ,δραματικής, ζωής της υπαίθρου. Στο βάθος διακρίνουμε μια μεγάλη αγροτική φάρμα όπου εργάτες μεταφέρουν δεμάτια από σιτάρι ενώ οι τρεις γυναίκες πρέπει να αρκεστούν στα πενιχρά υπολείμματα του εδάφους. Με αυτή την αντίθεση , της πλούσιας σοδειάς απ τη μια και του κόπου και μόχθου για τη συγκομιδή των διάσπαρτων υπολειμμάτων, ο καλλιτέχνης εκτός από την εργασία του θερισμού μας δίνει το στίγμα της κοινωνικής και οικονομικής κατάστασης της εποχής του., η οποία χαρακτηρίζεται από μεγάλες ταξικές διαφορές, των πλούσιων αστών και των εξαθλιωμένων αγροτών ή εργατών. Οι γυναικείες μορφές μοιάζουν στατικές, χωρίς τίποτε το χαριτωμένο ή το άξιο λόγου, χωρίς εντυπωσιακά χρώματα και φωτοσκιάσεις, χωρίς καν να φαίνονται τα πρόσωπά τους, παρά μόνο τα κουρασμένα σώματα με τις λυγισμένες πλάτες,σύμβολο του καθημερινού μόχθου τους για την επιβίωση. Είναι πλασμένες στέρεα, με απλά περιγράμματα, με φόντο την ηλιόλουστη πεδιάδα και με τρόπο ώστε να φαίνεται πως είναι απόλυτα αφοσιωμένες στη δουλειά τους και παράλληλα να μας μεταφέρει την αίσθηση της αξιοπρέπειας χωρίς να μας αφήνει περιθώρια συμπόνοιας για αυτές τις ηρωίδες της καθημερινής ζωής.

Ο όρκος του σφαιριστηρίου, 20 Ιουνίου 1789, Ζ.Λ.Νταβίντ


Ο πίνακας αυτός απεικονίζει την ιστορική στιγμή του όρκου των εκπροσώπων της αστικής τάξης στην αίθουσα του σφαιριστηρίου, στις 20 Ιουνίου 1789 ότι θα παραχωρήσουν σύνταγμα στη Γαλλία. Στην αίθουσα αυτή κατέφυγαν όταν ο βασιλιάς έκλεισε την αίθουσα συνεδριάσεων της συνέλευσης των τριών τάξεων. Ο πίνακας φιλοτεχνήθηκε από τον Ζακ Λουί Νταβίντ δυο χρόνια μετά, το 1791, κι έτσι μας μεταφέρει άμεσα τον ενθουσιασμό που είχε συνεπάρει τους εκπροσώπους της Τρίτης Τάξης. Ο Ζακ Λουί Νταβίντ είναι μια ηγετική φυσιογνωμία της τεχνοτροπίας του κλασικισμού. Γεννήθηκε στο Παρίσι το 1748, σύγχρονος των γεγονότων της Γαλλικής Επανάστασης και ένθερμος υποστηρικτής της.



Περιγραφή του πίνακα
Η αίθουσα είναι κατάμεστη από κόσμο που ζητοκραυγάζει και ορκίζεται με υψωμένο το δεξί χέρι ότι θα πολεμήσει για σύνταγμα. Άνθρωποι παραληρούν, αγκαλιάζονται και συμμετέχουν ολόψυχα στην ιστορική απόφαση της Εθνοσυνέλευσης να δώσει σύνταγμα στη Γαλλία. Στη μέση, πάνω σε ένα τραπέζι, για να είναι ορατός από όλους, κάποιος διαβάζει τον όρκο και υψώνει το δεξί του χέρι. Οι άλλοι, γύρω του και πίσω του, σε ολόκληρη την αίθουσα, υψώνουν κι αυτοί το χέρι και ορκίζονται πίστη στο σύνταγμα. Μπροστά του τρεις άνθρωποι δίνουν τα χέρια και κάνουν πράξη το σύνθημα της Γαλλικής Επανάστασης: αδελφοσύνη. Ο ένας απ αυτούς, αριστερά, είναι ιερωμένος, ο άλλος δεξιά φαίνεται απ' την ενδυμασία του να είναι ευγενής, ενώ στο μέσον τους ενώνει ένας εκπρόσωπος της αστικής τάξης. Στο πανηγύρι αυτό της δημοκρατίας συμμετέχουν όλες οι τάξεις, αλλά και όλες οι ηλικίες, καθώς φαίνεται από τους δύο νέους που υποβαστάζουν έναν ηλικιωμένο στα αριστερά της εικόνας. Πάνω αριστερά ένας ορμητικός άνεμος εισβάλλει μέσα στην αίθουσα, όπως υποδηλώνεται από το κούνημα της κουρτίνας.Είναι ο άνεμος του ενθουσιασμού του πλήθους που στηρίζει την επανάσταση. Από την ανοιχτή κουρτίνα εισβάλλει στην κατάμεστη αίθουσα άπλετο φως, το οποίο -συμβολικά- φωτίζει τον άνθρωπο στο μέσον της εικόνας.

Copyright©iepoxhtonakron/by:Ζαραγκα Κοροβεση Ποπη